- ρευματισμός
- Κατά την κοινή ορολογία σημαίνει επώδυνη πάθηση του μυοσκελετικού συστήματος (οστά, αρθρώσεις, μύες και τένοντες)· η ιατρική, αντίθετα, με τον όρο αυτό αναφέρεται σε μια ομάδα νοσημάτων, που έχουν μερικά κοινά παθογενετικά και ανατομοπαθολογικά γνωρίσματα και που, αν και προσβάλλουν κατά κύριο ή πιο εμφανή τρόπο τα διάφορα μέρη του μυοσκελετικού συστήματος, πλήττουν όλους τους συνδετικούς ιστούς, έτσι που να περιλαμβάνεται κάθε όργανο και σύστημα. Όταν ο όρος χρησιμοποιείται με τη δεύτερη σημασία του, συνοδεύεται πάντα από ένα δεύτερο εξειδικευτικό όρο: έτσι γίνεται λόγος για οξύ ρ. των άρθρων, ή ρευματικό πυρετό, για χρόνιο ρ. των άρθρων κ.ά. Ο ρευματικός πυρετός εμφανίζεται πάντα σε άτομα που έχουν νοσήσει προηγούμενα από μια λοίμωξη που οφείλεται στον β - αιμολυτικό στρεπτόκοκκο, λοίμωξη από την οποία φαίνεται ότι ξεκινά μια ειδική ανοσολογική αντίδραση, στην οποία πρέπει να αποδοθεί βασικός ρόλος στην παθογένεση της νόσου. Ο ρευματικός πυρετός, που προσβάλλει κατά προτίμηση τα μικρά παιδιά και τους νέους και που μερικές φορές υποτροπιάζει, συνηθέστερα εκδηλώνεται ως οξεία εμπύρετη πολυαρθρίτιδα των μεγάλων αρθρώσεων· στο 50% των περιπτώσεων (κατά μερικούς μελετητές σε μεγαλύτερο ποσοστό) εμφανίζεται συγχρόνως φλεγμονή των ιστών της καρδιάς, συχνότερα των βαλβίδων. Η ρευματική καρδίτιδα είναι το συχνότερο αίτιο των παθήσεων των καρδιακών βαλβίδων. Η νόσος μπορεί να προσβάλει και τους πνεύμονες, τον υπεζωκότα, το δέρμα (π.χ. με πολύμορφο ερύθημα), το μάτι (ρευματική ιριδίτιδα)· σε κάθε περίπτωση είναι σημαντικές, για τη διάγνωση, την πρόγνωση και τη θεραπευτική αγωγή, οι εργαστηριακές εξετάσεις, κυρίως μερικές εξετάσεις του αίματος, που δίνουν χαρακτηριστικά για τη νόσο αποτελέσματα, όπως η αύξηση του χρόνου καθίζησης, του τίτλου αντι-Ο-στρεπτολυσίνης, η παρουσία C-αντιδρώσης πρωτεΐνης. Η θεραπεία του ρευματικού πυρετού γίνεται με πενικιλλίνη και εξακολουθεί να γίνεται και μετά την ίαση για προφύλαξη του ασθενούς από νέες προσβολές, που είναι πολύ συχνές. Ο χρόνιος ρ. των άρθρων ή, συχνότερα, ρευματοειδής αρθρίτιδα προσβάλλει συνήθως τους ενήλικους και συχνότερα τις γυναίκες· πλήττονται κυρίως οι μικρές αρθρώσεις των χεριών και των ποδιών· αρχίζει αργά και σιγά-σιγά και όλη η νόσος εξελίσσεται κατά περιόδους με εμπύρετες υποτροπές και υφέσεις. Οι ιστοί των αρθρώσεων με τον καιρό καταστρέφονται και έτσι με το πέρασμα του χρόνου οι αρθρώσεις παραμορφώνονται και μειώνεται η κινητικότητα τους· συχνά εμφανίζονται και βλάβες στο δέρμα, στους πνεύμονες και στον υπεζωκότα· η καρδιά προσβάλλεται σπανιότερα και ελαφρότερα από ό,τι στον ρευματικό πυρετό. Και σε αυτήν επίσης τη νόσο εμφανίζονται χαρακτηριστικές αλλοιώσεις της αντιδραστικότητας του οργανισμού που αποκαλύπτονται με εργαστηριακές εξετάσεις, όπως η RA δοκιμή. Η νόσος είναι γενική του συνδετικού ιστού, άγνωστης αιτιολογίας, πιθανώς αυτοανοσολογικού μηχανισμού· η θεραπεία είναι συμπτωματική με κορτιζόνη. Ανάλογη προς τη ρευματοειδή αρθρίτιδα είναι η αγκυλωτική σπονδυλίτιδα, που προσβάλλει τη σπονδυλική στήλη και τις ιερολαγόνιες αρθρώσεις με προοδευτική ακαμψία της ράχης. Στην ίδια ομάδα νόσων ανήκουν ο παλίνδρομος Ρ., που πλήττει μεμονωμένα και διαδοχικά περισσότερες αρθρώσεις δίχως να αφήνει σημαντικά υπόλοιπα και ο διαλείπων ύδραρθρος που προσβάλλει κατ’ επανάληψη και κατά διαστήματα την ίδια άρθρωση. Όλες αυτές οι παθήσεις έχουν κοινό γνώρισμα μιαν ειδική επίδραση των συνδετικών ιστών απέναντι στα πιο ποικίλα ερεθίσματα (λοιμώδη, φυσικά, νευρικά κ.ά.) και την τάση αυτοδιατήρησης. Τα ίδια χαρακτηριστικά βρίσκονται σε μια άλλη ομάδα παθήσεων, που μερικοί ονομάζουν παραρευματικές, και που φαίνεται ότι οφείλονται κατά μεγάλο μέρος σε αυτοανοσολογικά φαινόμενα, δηλαδή σε ευαισθητοποίηση του οργανισμού προς ορισμένα από τα ίδια του τα συστατικά· τέτοια νοσήματα είναι ο ερυθηματώδης λύκος, η σκληροδερμία, η δερματομυοσίτιδα και η οζώδης περιαρτηρίτιδα. Τα ρευματικά νοσήματα, καθώς και τα παραρευματικά, εξαιτίας του κοινού παθογενετικού υποστρώματος της αντίδρασης του συνδετικού ιστού, τοποθετούνται από μερικούς μελετητές σε ενιαία ομάδα με την ονομασία παθήσεις του κολλαγόνου.
Dictionary of Greek. 2013.